Με αφορμή τα 41 χρόνια από την εξέγερση του Νοέμβρη, η Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ θυμάται μεγάλες στιγμές και νίκες που γράφτηκαν στη συλλογική μνήμη, με πρωταγωνιστές τους νέους και τις νέες της κάθε γενιάς.
1973:
Η Εξέγερση του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο του 1973 ήταν η κορυφαία αντιδικτατορική εκδήλωση και ουσιαστικά προανήγγειλε την πτώση της Χούντας των Συνταγματαρχών, η οποία από τις 21 Απριλίου 1967 είχε επιβάλλει καθεστώς στυγνής δικτατορίας στη χώρα.
Η αντίστροφη μέτρηση ξεκίνησε στις 14 Φεβρουαρίου 1973, όταν ξεσηκώθηκαν οι φοιτητές της Αθήνας και συγκεντρώθηκαν στο Πολυτεχνείο. Ζητούσαν την κατάργηση του Ν.1347, ο οποίος προέβλεπε την υποχρεωτική στράτευση όσων ανέπτυσσαν συνδικαλιστική δράση κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Η αστυνομία, παραβιάζοντας το πανεπιστημιακό άσυλο, εισήλθε στο χώρο του ιδρύματος, συνέλαβε 11 φοιτητές και τους παρέπεμψε σε δίκη με την κατηγορία της «περιύβρισης αρχής». Οι 8 καταδικάστηκαν σε διάφορες ποινές, ενώ περίπου 100 άλλοι αναγκάστηκαν να διακόψουν τις σπουδές τους και να ντυθούν στο χακί.
Επτά ημέρες μετά τα πρώτα γεγονότα του Πολυτεχνείου, στις 21 Φεβρουαρίου οι φοιτητές κατέλαβαν το κτίριο της Νομικής σχολής στην Αθήνα, προβάλλοντας τα συνθήματα «Δημοκρατία», «Κάτω η Χούντα» και «Ζήτω η Ελευθερία». Η αστυνομία επενέβη και πάλι για να καταστείλει την εξέγερση, αλλά η βίαιη εκδίωξη των φοιτητών από το κτίριο της Νομικής ενίσχυσε ακόμη περισσότερο την αγωνιστικότητά τους.
Η εξέγερση που ξεκίνησε στις 14 Νοεμβρίου του 1973 επρόκειτο να αποτελέσει την κορύφωση των αντιδικτατορικών εκδηλώσεων. Το πρωί εκείνης της ημέρας οι φοιτητές συγκεντρώθηκαν στο προαύλιο του Πολυτεχνείου και αποφάσισαν την κήρυξη αποχής από τα μαθήματα, με αίτημα να γίνουν εκλογές για τους φοιτητικούς συλλόγους τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους και όχι στα τέλη του επόμενου χρόνου, όπως είχε ανακοινώσει το καθεστώς.
Ακολούθησαν συνελεύσεις φοιτητών στην Ιατρική και στη Νομική σχολή. Μάλιστα, οι φοιτητές της Νομικής εξέδωσαν ψήφισμα, με το οποίο ζητούσαν την ανάκληση των αποφάσεων της Χούντας για τη διεξαγωγή των φοιτητικών εκλογών, εκδημοκρατισμό των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, αύξηση των δαπανών για την παιδεία στο 20% του προϋπολογισμού και ανάκληση του Ν.1347 για την αναγκαστική στράτευση των φοιτητών.
Όσο περνούσε η μέρα άρχισαν να μαζεύονται ολοένα και περισσότεροι φοιτητές στο Πολυτεχνείο, αλλά και άλλοι που πληροφορήθηκαν το νέο. Η αστυνομία αποδείχθηκε ανίκανη να εμποδίσει την προσέλευση του κόσμου. Το απόγευμα πάρθηκε η απόφαση για κατάληψη του Πολυτεχνείου. Οι πόρτες έκλεισαν και από τότε άρχισε η οργάνωση της εξέγερσης. Το πρώτο βήμα ήταν η εκλογή Συντονιστικής Επιτροπής, στην οποία μετείχαν 22 φοιτητές και 2 εργάτες, με σκοπό να καθοδηγήσει τον αγώνα. Επιπλέον, δημιουργήθηκαν επιτροπές σε όλες τις σχολές για να οργανώσουν την κατάληψη και την επικοινωνία με την ελληνική κοινωνία.
Για το σκοπό αυτό άρχισε να λειτουργεί ένας ραδιοφωνικός σταθμός, αρχικά στο κτίριο του Χημικού και αργότερα στο κτίριο των Μηχανολόγων, με εκφωνητές τη Μαρία Δαμανάκη και τον Δημήτρη Παπαχρήστου. Επιπλέον, στο Πολυτεχνείο εγκαταστάθηκαν πολύγραφοι, που δούλευαν μέρα – νύχτα, για να πληροφορούν τους φοιτητές και τον υπόλοιπο κόσμο για τις αποφάσεις της Συντονιστικής Επιτροπής και των φοιτητικών συνελεύσεων. Συγκροτήθηκαν συνεργεία φοιτητών, που έγραφαν συνθήματα σε πλακάτ, σε τοίχους, στα τρόλεϊ, στα λεωφορεία και στα ταξί, για να τα γνωρίσουν όλοι οι Αθηναίοι. Στο Πολυτεχνείο οργανώθηκε εστιατόριο και νοσοκομείο, ενώ ομάδες φοιτητών ανέλαβαν την περιφρούρηση του χώρου, ξεχωρίζοντας τους ενθουσιώδεις και δημοκράτες Αθηναίους από τους προβοκάτορες.
Η πρώτη αντίδραση του δικτατορικού καθεστώτος ήταν να στείλει μυστικούς πράκτορες να ανακατευθούν στο πλήθος που συνέρρεε στο Πολυτεχνείο και να ακροβολήσει σκοπευτές στα γύρω κτίρια. Στις 16 Νοεμβρίου μεγάλες αστυνομικές δυνάμεις επιτέθηκαν εναντίον του πλήθους που ήταν συγκεντρωμένο έξω από το Πολυτεχνείο, με γκλομπς, δακρυγόνα και σφαίρες ντουμ-ντουμ. Οι περισσότεροι διαλύθηκαν. Όσοι έμειναν έστησαν οδοφράγματα ανατρέποντας τρόλεϊ και συγκεντρώνοντας υλικά από νεοανεγειρόμενες οικοδομές, και άναψαν φωτιές για να εξουδετερώσουν τα δακρυγόνα. Αργότερα, η αστυνομία έκανε χρήση όπλων, χωρίς όμως να πετύχει το στόχο της, την καταστολή της εξέγερσης.
Ο δικτάτορας Παπαδόπουλος, όταν διαπίστωσε ότι η αστυνομία αδυνατούσε να εισέλθει στο Πολυτεχνείο, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το στρατό. Κοντά στο σταθμό Λαρίσης συγκεντρώθηκαν τρεις μοίρες ΛΟΚ και μία μοίρα αλεξιπτωτιστών από τη Θεσσαλονίκη. Τρία άρματα μάχης κατέβηκαν από του Γουδή προς το Πολυτεχνείο. Τα δύο στάθμευσαν στις οδούς Τοσίτσα και Στουρνάρα, αποκλείοντας τις πλαϊνές πύλες του ιδρύματος και το άλλο έλαβε θέση απέναντι από την κεντρική πύλη. Η Συντονιστική Επιτροπή των φοιτητών ζήτησε διαπραγματεύσεις, αλλά το αίτημά τους απορρίφθηκε.
Στις 3 τα ξημερώματα της 17ης Νοεμβρίου το άρμα που βρισκόταν απέναντι από την κεντρική πύλη έλαβε εντολή να εισβάλλει. Έπεσε πάνω στην πύλη και την έριξε, παρασέρνοντας στο διάβα του μία κοπέλα που ήταν σκαρφαλωμένη στον περίβολο κρατώντας την ελληνική σημαία. Οι μοίρες των ΛΟΚ, μαζί με ομάδες -μυστικών και μη- αστυνομικών, εισέβαλαν στο Πολυτεχνείο και κυνήγησαν τους φοιτητές, οι οποίοι πηδώντας από τα κάγκελα προσπάθησαν να διαφύγουν στους γύρω δρόμους. Τους κυνηγούσαν αστυνομικοί, πεζοναύτες, ΕΣΑτζήδες. Αρκετοί σώθηκαν βρίσκοντας άσυλο στις γύρω πολυκατοικίες, πολλοί συνελήφθησαν κα μεταφέρθηκαν στη Γενική Ασφάλεια και στην ΕΣΑ.
Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση της Αστυνομίας, στις 17 Νοεμβρίου συνελήφθησαν 840 άτομα. Όμως, μετά τη Μεταπολίτευση, αξιωματικοί της Αστυνομίας, ανακρινόμενοι, ανέφεραν ότι οι συλληφθέντες ξεπέρασαν τα 2400 άτομα. Οι νεκροί επισήμως ανήλθαν σε 34 άτομα. Στην ανάκριση που διενεργήθηκε το φθινόπωρο του 1975 εναντίον των πρωταιτίων της καταστολής εντοπίστηκαν 21 περιπτώσεις θανάσιμου τραυματισμού. Ωστόσο, τα θύματα πρέπει να ήταν πολύ περισσότερα, διότι πολλοί βαριά τραυματισμένοι, προκειμένου να διαφύγουν τη σύλληψη, αρνήθηκαν να διακομιστούν σε νοσοκομείο.
Ο δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος κήρυξε στρατιωτικό νόμο, αλλά στις 25 Νοεμβρίου ανατράπηκε με πραξικόπημα. Πρόεδρος ορίστηκε ο αντιστράτηγος Φαίδων Γκιζίκης και πρωθυπουργός της νέας κυβέρνησης ο Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος. Όμως ο ισχυρός άνδρας του νέου καθεστώτος ήταν ο διοικητής της Στρατιωτικής Αστυνομίας, ταξίαρχος Δημήτριος Ιωαννίδης, που επέβαλλε ένα καθεστώς σκληρότερο από εκείνο του Παπαδόπουλου.
Η δικτατορία κατέρρευσε στις 23 Ιουλίου του 1974, αφού είχε ήδη προηγηθεί η τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Ο Γκιζίκης και ο αντιστράτηγος Ντάβος, διοικητής του Γ’ Σώματος Στρατού, κάλεσαν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να επιστρέψει στην Ελλάδα για να επαναφέρει τη δημοκρατική διακυβέρνηση.
1979:
Η κυβέρνηση επανήλθε με νέα απόπειρα μεταρρύθμισης, σε μια φάση που το φοιτητικό κίνημα της μεταπολίτευσης είχε αρχίσει να παρουσιάζει τα πρώτα σημάδια κάμψης. Η κυριαρχία, βέβαια, των παρατάξεων της αριστεράς στο εσωτερικό του εξακολουθούσε να παραμένει αδιαμφισβήτητη: στις εκλογές του 1977 η ΠΣΚ (ΚΚΕ) είχε πάρει 27% των ψήφων, η ΠΑΣΠ (ΠΑΣΟΚ) 21,4%, ο Δ.Α. (ΚΚΕ εσ.) 20,9%, η ΠΠΣΠ (ΚΚΕ μ-λ) 4,9% και η ΑΑΣΠΕ (ΕΚΚΕ) 4%, ενώ η φιλοκυβερνητική ΔΑΠ-ΝΔΦΚ μόλις 13,2%.
Η κόπωση, όμως, από την υπερπολιτικοποίηση των πρώτων χρόνων δημοκρατίας ήταν πια εμφανής, όπως και η γραφειοκρατικοποίηση των επίσημων οργάνων του κινήματος (με τη σταδιακή υποκατάσταση των γενικών συνελεύσεων από τα δ.σ. των συλλόγων). Η συγκυρία θεωρήθηκε κατάλληλη για το δυναμικό ξεκαθάρισμα του πανεπιστημιακού τοπίου.
Για να περιορίσει τις αντιδράσεις, η κυβέρνηση της Ν.Δ. επέλεξε ξανά το τμήμα διακοπών της Βουλής: το νομοσχέδιο κατατέθηκε από τον τότε υπουργό Παιδείας Ιωάννη Βαρβιτσιώτη στις 22 Αυγούστου 1978 και ψηφίστηκε (ως νόμος 815) μέσα στις επόμενες μέρες, παρ’ όλο που αυτή η πρακτική καταγγέλθηκε ως αντισυνταγματική.
Στόχος του Ν. 815 ήταν πάνω απ’ όλα να «βάλει τάξη» στα ΑΕΙ.
«Η κυβέρνηση», εξήγησε λίγο αργότερα στο συνέδριο της Ν.Δ. ο Βαρβιτσιώτης, «δεν ήταν δυνατόν να μείνει αδιάφορη στην πράγματι απαράδεκτη κατάσταση η οποία είχε δημιουργηθεί με τις δήθεν διευκολύνσεις που είχαν παραχωρηθεί κατά καιρούς στους φοιτητάς. Αποτελούσε καθήκον και υποχρέωση της κυβερνήσεως να λάβει τα αναγκαία μέτρα ώστε το γενικό κλίμα χαλαρώσεως της φοιτητικής προσπαθείας, το οποίο υπάρχει δυστυχώς σε σημαντική μερίδα του φοιτητικού κόσμου, να μειωθεί. Και αυτό ακριβώς επιδιώκεται με ρυθμίσεις τις οποίες προβλέπει ο νόμος 815».
Βασικές ρυθμίσεις του νόμου, σύμφωνα με τον δημιουργό του, ήταν η σκλήρυνση των εξεταστικών ρυθμίσεων (περιορισμός των εξεταστικών περιόδων από 3 σε 2, κατάργηση της δυνατότητας μεταφοράς μαθημάτων) και κυρίως η επιβολή ανώτατου χρονικού ορίου σπουδών (το περίφημο «ν + ν/2»), με το κλασικό επιχείρημα ότι έτσι «τίθεται τέρμα στην αδιανόητη κατάσταση των αιώνιων ή των κατ’ επάγγελμα φοιτητών» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 11ος, σ. 360).
Ως δικαιολογητική βάση, τότε όπως και σήμερα, επιστρατεύθηκε ο αναγκαίος «εξευρωπαϊσμός» και «εκσυγχρονισμός» της ανώτατης παιδείας. Ωστόσο, ακόμη και η κυβερνητική ΔΑΠ αισθάνθηκε υποχρεωμένη να διαφοροποιηθεί απ’ αυτά τα μέτρα.
Εξίσου αυταρχικές ήταν οι διατάξεις του Ν. 815 που αφορούσαν το «επικουρικό» διδακτικό προσωπικό των ΑΕΙ, οι επιστημονικές δραστηριότητες του οποίου επιτρέπονταν μονάχα «εφόσον τούτο δεν παραβλάπτει» τα «υποβοηθητικά» τους καθήκοντα προς τους κατόχους των καθηγητικών εδρών. Αλλά κι αυτοί οι τελευταίοι έπρεπε στο εξής να ζητάνε την έγκριση του υπουργείου για οποιαδήποτε αλλαγή στο πρόγραμμα σπουδών, για την πρόσληψη βοηθών, ακόμη και τη χορήγηση διδακτορικών!
Αλλα κρίσιμα ζητήματα, όπως η «οριοθέτηση» του πανεπιστημιακού ασύλου και η «ρύθμιση» του φοιτητικού συνδικαλισμού παραπέμπονταν σε μελλοντικά νομοθετήματα, μετά το αναμενόμενο ξεδόντιασμα του ισχυρού φοιτητικού κινήματος.
Αιφνιδιασμένα από την καλοκαιρινή επίθεση της κυβέρνησης, τα επίσημα όργανα του τελευταίου δεν μπόρεσαν ν’ αντιδράσουν αποτελεσματικά.
Για την ακρίβεια, ούτε καν το επιχείρησαν: χαρακτηριστική η άρνηση της πλειοψηφίας στο Κ.Σ. της ΕΦΕΕ (ΚΚΕ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ εσ.) να μετατρέψει σε πορεία τη συγκέντρωση διαμαρτυρίας της 29/8/78, ενώ ο νόμος ψηφιζόταν. Ωσπου ήρθε η εξεταστική του Ιουνίου κι έγινε αντιληπτή σε όλες της τις διαστάσεις η έκταση της επερχόμενης εκκαθάρισης των ΑΕΙ από τα κατάλοιπα της μεταπολίτευσης.
Η συνειδητοποίηση των πρακτικών συνεπειών του Ν. 815 θα τροφοδοτήσει έτσι το «μπλοκ των καταλήψεων», που συγκροτείται από την αριστερή «μειοψηφία της ΕΦΕΕ» (Β’ Πανελλαδική, ΠΠΣΠ, ΑΑΣΠΕ) και αυτόνομους φοιτητές, σε αντιπαράθεση με τη μετριοπάθεια του επίσημου οργάνου του φοιτητικού κινήματος.
Με σύνθημα «τέρμα πια στις εκτονώσεις, εμπρός για καταλήψεις και διαδηλώσεις», αυτές οι δυνάμεις επιχειρούν στις 12 Οκτωβρίου να μετατρέψουν τη «συνήθη» συγκέντρωση στα Προπύλαια σε πορεία προς τη Βουλή. Τα ΜΑΤ επιτίθενται, καταδιώκουν τους διαδηλωτές μέχρι τη Νομική και το βράδι εισβάλλουν, παραβιάζοντας το άσυλο και ξυλοκοπώντας όποιον βρίσκουν μπροστά τους. Το έναυσμα για την τελική μάχη ενάντια στο Ν. 815 έχει πια δοθεί.
Στις 3 Δεκεμβρίου καταλαμβάνεται το Χημείο κι ακολουθούν η Πολυτεχνική Ξάνθης (4/12), το Γεωλογικό (7/12), το Φυσικό (10/12) και η Νομική της Αθήνας (11/12). Στους Πολιτικούς Μηχανικούς του ΕΜΠ, πάλι, οι φοιτητές αποφασίζουν «διαρκή παραμονή» στη σχολή τους (10/12).
Ολες αυτές οι αποφάσεις παίρνονται με πρόταση της «μειοψηφίας», ενώ η συμμαχία ΚΚΕ-ΠΑΣΟΚ, που ελέγχει την ΕΦΕΕ, επιχειρεί να στρέψει το κίνημα σε μετριοπαθέστερες πρακτικές (μονοήμερες ή τριήμερες αποχές, «εκστρατεία ενημέρωσης».
«Οι κομμουνιστές φοιτητές, μαζί με την πλειοψηφία του δημοκρατικού φ.κ.», διαβάζουμε σε πρωτοσέλιδο άρθρο του «Ριζοσπάστη» με τίτλο «Οι “καταλήψεις”» (8/12/79), «είναι κατηγορηματικά αντίθετοι με τη χρησιμοποίηση, στις σημερινές συνθήκες, τέτοιων μορφών πάλης. Λένε ΟΧΙ στις καταλήψεις, γιατί δεν βοηθούν σήμερα τους αγώνες ενάντια στον αντιδραστικό ν. 815. Η χρησιμοποίηση τέτοιων μορφών πάλης απομονώνει κι αποσυνδέει το φ.κ. από τους φυσικούς συμμάχους του. Δημιουργεί προσχήματα για να συκοφαντηθεί στην κοινή γνώμη το φοιτητικό κίνημα. Εξυπηρετεί αντικειμενικά, έστω και αν δεν το κατανοούν μερικοί φοιτητές που παρασύρονται, την κυβερνητική πολιτική».
Η κυβέρνηση, απ’ την πλευρά της, θα επιχειρήσει να στριμώξει ΕΦΕΕ κι αντιπολίτευση επισείοντας το φάσμα της «αναρχίας» και της υπονόμευσης του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Οταν π.χ. ο Ανδρέας Παπανδρέου ζητάει την απόσυρση του Ν. 815 και «προειδοποιεί» πως το ΠΑΣΟΚ «δεν θα ανεχθεί καταστρατήγηση του πανεπιστημιακού ασύλου, με επέμβαση της αστυνομίας ή εξωπανεπιστημιακών παραγόντων» (7/12), ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τον κατηγορεί ότι «ενθαρρύνει την αναρχία και κλονίζει τα θεμέλια της δημοκρατίας. Εάν επικρατήσουν οι απόψεις του, θα μπορούσε η Ελλάς να δοκιμάσει τα δεινά που συνταράσσουν σήμερα γειτονικές χώρες» («Πρωινή» 9/12/79).
Πιο οξυδερκείς παρατηρητές θα καταδικάσουν, αντίθετα, την κυβερνητική αδιαλλαξία ως βασικό τροφοδότη της εξέγερσης: «Δεν μπορώ», γράφει χαρακτηριστικά ο καθηγητής Κώστας Μπέης, «να ξεχάσω τη λιτή όσο και απεγνωσμένη έκκληση που απηύθυνε, πριν από λίγες μέρες, ο εκπρόσωπος των φοιτητών στη Νομική Σχολή Αθηνών: “Βοηθήστε μας, γιατί έχουμε αρχίσει να μην μπορούμε να ελέγξουμε την κατάσταση”. […] Η κυβερνητική πολιτική στην παιδεία έχει τραυματίσει τόσο βαθιά τη φοιτητική ευαισθησία, ώστε ο φοιτητικός κόσμος, αργά αλλά σταθερά, αποκόπτεται όχι απλώς από το κυβερνητικό κόμμα, αλλά από όλες τις νομιμόφρονες πολιτικές παρατάξεις. Κάποτε έπρεπε να αντιληφθούν οι πολιτικοί υπεύθυνοι ότι, από ορισμένο σημείο και πέρα, οι πολιτικοί τους αντίπαλοι, όπως οι αριστεροί φοιτητικοί σύλλογοι, δεν είναι παρά ο κυματοθραύστης απέναντι σε δυνάμεις που απειλούν όλους από κοινού. Και είναι υπαρκτές αυτές οι απειλητικές δυνάμεις, που συνεχώς κατακτούν έδαφος, εξαιτίας των αδέξιων ή κοντόφθαλμων χειρισμών των υπευθύνων» («Πρωινή» 28/11/1979).
Στις 10 Δεκεμβρίου, ο εισαγγελέας ασκεί δίωξη «κατά παντός υπευθύνου» για τις καταλήψεις Χημικού και Γεωλογικού. Αντιμέτωπη με ένα κίνημα που τη θέτει στο περιθώριο και ταυτόχρονα με την «απροσχημάτιστη ποινικοποίηση της πανεπιστημιακής ζωής» απ’ τις αρχές, η ΕΦΕΕ αποφασίζει την επομένη (με εισήγηση της ΠΑΣΠ) τριήμερη κατάληψη όλων των σχολών την ερχόμενη εβδομάδα.
Η κυβέρνηση απαντά με «λοκ άουτ», διατάσσοντας το κλείσιμο των ΑΕΙ ώς τις 8 Ιανουαρίου και σπρώχνοντας την ΕΦΕΕ να ανταπαντήσει με άμεση κατάληψη όλων των σχολών. Την ίδια μέρα, η σύγκλητος του πανεπιστημίου «αποδοκιμάζει» μεν ρητά τις καταλήψεις, σαν «πράξεις βίας ανάρμοστες με το ακαδημαϊκό και δημοκρατικό πνεύμα», υπενθυμίζει όμως ότι από τις 6/12/79 έχει στείλει στο ΥΠΕΠΘ τις δικές της προτάσεις ως «βάση για διάλογο προς εξεύρεση λύσεως».
Παρά τις έντονες εσωτερικές αντιθέσεις του κινήματος (στρατιωτικοποιημένες ομάδες της ΚΝΕ επιχειρούν στις 16/12/79 να αποσπάσουν το Χημείο από τις Συντονιστικές Επιτροπές, με αποτέλεσμα τουλάχιστον 15 τραυματίες), αυτό έχει μπει στον δρόμο της νίκης: Στις 3 Ιανουαρίου 1980, ο πρωθυπουργός Κων/νος Καραμανλής εξαγγέλλει την αναστολή των εξεταστικών διατάξεων του Ν. 815 και τη σύσταση επιτροπών που θα επεξεργαστούν έναν νέο νόμο πλαίσιο για τα ΑΕΙ.
Οι διαβουλεύσεις αυτές δεν θα έχουν αποτέλεσμα, καθώς η χώρα εισέρχεται σε παρατεταμένη εκλογική περίοδο, με κατάληξη την πολιτική αλλαγή του 1981. Ο νέος «νόμος πλαίσιο» θα καταρτιστεί από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ (Ν. 1268/82) σε σαφώς διαφορετική κατεύθυνση.
Πηγή:Ιος
1990-91:
Άλλη μια μεγάλη νίκη του φοιτητικού κινήματος ενάντια στις προσπάθειες αυταρχικής μεταρρύθμισης της ανώτατης παιδείας σημειώθηκε το 1990-91, επί κυβέρνησης Μητσοτάκη. Προεκλογικές εξαγγελίες της τελευταίας αποτελούσαν τόσο η δημιουργία ιδιωτικών ΑΕΙ όσο και η επιβολή της «πειθαρχίας» στα ήδη υφιστάμενα δημόσια.
Από το βιβλίο τού τότε ΥΠΕΠΘ, Βασίλη Κοντογιαννόπουλου, πληροφορούμαστε ότι το σχετικό πρόγραμμα αλλαγών είχε καταρτιστεί ήδη από το καλοκαίρι του 1990 και υποβλήθηκε στον πρωθυπουργό στις 5 Νοεμβρίου.
Αν και ο πρώην υπουργός είναι λιγόλογος όσον αφορά το περιεχόμενό του, από τα εκπαιδευτικά ρεπορτάζ των ημερών γνωρίζουμε πως το επικείμενο «πολυνομοσχέδιο» προέβλεπε κατάργηση της δωρεάν παροχής συγγραμμάτων και περικοπές στις υπόλοιπες παροχές προς τους φοιτητές (σίτιση-στέγαση), περιορισμό της φοιτητικής συμμετοχής στην ανάδειξη των πανεπιστημιακών οργάνων, λειτουργία ιδιωτικών ΑΕΙ με περίεργες «ερμηνείες» του άρθρου 16 του συντάγματος, κατάργηση της επετηρίδας διορισμού των εκπαιδευτικών, επιβολή χρονικού ορίου στις σπουδές και πιθανότατα περιστολή του πανεπιστημιακού ασύλου («Ε» 29/10 & 6/11/90).
Η «προληπτική» εξέγερση των φοιτητών δεν θα επιτρέψει την υλοποίηση αλλά ούτε και την πλήρη θεσμική αποκρυστάλλωση αυτών των σχεδίων.
Στο βιβλίο που εξέδωσε μετά την ανατροπή του, ο Κοντογιαννόπουλος εκτιμά -με στρατιωτικούς όρους- ότι η μάχη χάθηκε για τη Ν.Δ. κυρίως λόγω κακού τάιμινγκ: «Η αναμέτρηση με τις δυνάμεις του λαϊκισμού θα γινόταν στον χώρο της Παιδείας. Επρεπε, συνεπώς, η κυβέρνηση να επιλέξει τον χρόνο και να μην επιτρέψει να πάρουν οι αντίπαλοί της την πρωτοβουλία. Το μεγάλο πρόβλημα της Παιδείας έπρεπε να είχε αντιμετωπισθεί πριν εκπνεύσει το πρώτο εξάμηνο της κυβερνητικής τετραετίας. Σημειώθηκε έτσι σοβαρό λάθος. Οι δυνάμεις που καιροφυλακτούσαν δεν άφησαν την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη» («Παιδεία. Εκσυγχρονισμός υπό αναστολή», σ. 149). Παραδέχεται, ωστόσο, ότι βασικός λόγος για την καθυστέρηση της κατάθεσης του «πολυνομοσχεδίου» ήταν η πρόθεση του ίδιου και του Μητσοτάκη να αποφύγουν φοιτητικές κινητοποιήσεις τις μέρες του «Πολυτεχνείου» (όπ.π., σ. 154).
Οι συσχετισμοί στο εσωτερικό του φοιτητικού κινήματος έδειχναν, άλλωστε, να ευνοούν τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς:
Αδιαμφισβήτητη πρώτη δύναμη στις φοιτητικές εκλογές από το 1987, η ΔΑΠ είχε αποσπάσει την άνοιξη του 1990 το 45,7% των ψήφων, ελέγχοντας πλήρως πολλά δ.σ. συλλόγων. Η ΕΦΕΕ ήταν ουσιαστικά ανενεργός, οι δε υπόλοιπες δυνάμεις διχασμένες μεταξύ «συναινετικών» οπαδών της επίσημης αντιπολίτευσης (ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ-ΕΑΡ) και «αντισυναινετικών» δυνάμεων της ριζοσπαστικής αριστεράς (ΚΝΕ-ΝΑΡ, ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος, συσπειρώσεις).
Είναι αυτοί οι τελευταίοι που θα πάρουν την πρωτοβουλία για τις πρώτες κινητοποιήσεις ενάντια στο επερχόμενο «πολυνομοσχέδιο», αξιοποιώντας την ανησυχία των φοιτητών από τις «διαρροές» του υπουργείου. Καθώς η ΔΑΠ προσπαθεί να εμποδίσει με κάθε τρόπο την πραγματοποίηση συνελεύσεων, για τη σύγκλησή τους θα χρειαστεί συχνά η συγκέντρωση υπογραφών από τους φοιτητές.
Με έναυσμα τοπικά προβλήματα, οι πρώτες καταλήψεις ξεκινούν στα τέλη Οκτωβρίου. Την αρχή κάνουν οι φοιτητές του Παιδαγωγικού, που στις 29/10/90 καταλαμβάνουν το Χημείο για να κάνουν εκεί… μάθημα, αφού ώς τότε ήταν υποχρεωμένοι να τρέχουν από το ένα πανεπιστημιακό κτίριο στο άλλο. Η πρώτη διαδήλωση θα γίνει στις 15 Νοεμβρίου, με πρωτοβουλία 8 κατειλημμένων σχολών της Αθήνας. Η αξιόλογη -για τα έως τότε δεδομένα- επιτυχία της (5.000 άτομα) αποτελεί ενθάρρυνση για συνέχιση.
Τις επόμενες μέρες το κίνημα θα γενικευθεί, περνώντας από τα ΑΕΙ στα ΤΕΙ (οι σπουδαστές των οποίων κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς εργασιακά δικαιώματα λόγω της άρνησης του ΥΠΕΠΘ να τα δηλώσει στην ΕΟΚ ως τριτοβάθμια ιδρύματα) και κυρίως στα λύκεια, οι μαθητές των οποίων ξεσηκώνονται μαζικά ενάντια στα προεδρικά διατάγματα με τα οποία ο Κοντογιαννόπουλος είχε επιχειρήσει να «πειθαρχήσει» τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (κατάργηση αδικαιολόγητων απουσιών, επιβολή «ομοιόμορφης» ενδυμασίας και «πειθαρχικού ελέγχου» της εξωσχολικής ζωής, επανακαθιέρωση προσευχής, έπαρσης της σημαίας και εκκλησιασμού).
Στα μέσα Δεκεμβρίου το 70% των σχολείων της χώρας τελεί υπό κατάληψη, οι διαδηλώσεις κυμαίνονται μεταξύ 10.000 (6/12) και 30.000 (18/12), ενώ σημειώνονται οι πρώτες μαζικές συγκρούσεις: στις 14/12/90 φοιτητές αναμετριούνται με τα ΜΑΤ στο κέντρο της πρωτεύουσας, μετά την απόκρουση απόπειρας 1.000 σπουδαστών να εισβάλουν στο ΥΠΕΠΘ.
Την ίδια περίοδο εκδηλώνονται οι πρώτοι κυβερνητικοί ελιγμοί «για την υπερφαλάγγιση των καταλήψεων», ώστε να δοθεί στους μαθητές «η ευκαιρία μιας “ηρωικής” επιστροφής» (Κοντογιαννόπουλος, όπ.π., σ. 179-80).
Στις 12/12/90 ο υπουργός Παιδείας «διευκρινίζει» ότι τα επίμαχα διατάγματα δεν θα εφαρμοστούν για ένα τρίμηνο, ώσπου το περιεχόμενό τους να γίνει πλήρως «κατανοητό».
Στις 17 Δεκεμβρίου επανέρχεται, αναβάλλοντας για έναν χρόνο την εφαρμογή των διαταγμάτων και δίνοντας στη δημοσιότητα μια κουτσουρεμένη εκδοχή του «πολυνομοσχεδίου» για τα ΑΕΙ: μέτρα άμεσης και έμμεσης ιδιωτικοποίησης, ενίσχυση των τακτικών καθηγητών απέναντι στην υπόλοιπη «πανεπιστημιακή κοινότητα» και κατάργηση της επετηρίδας, χωρίς την παραμικρή αναφορά στις προαναγγελθείσες «πειθαρχικές» διατάξεις (άσυλο, χρονικό όριο σπουδών) και περικοπές (συγγράμματα κ.λπ.).
Από τους καταληψίες αυτή η «αυτοσυγκράτηση» εκλαμβάνεται ως μια πρώτη νίκη και οι κινητοποιήσεις συνεχίζονται, με αίτημα την απόσυρση του «πολυνομοσχεδίου» και την κατάργηση των προεδρικών διαταγμάτων. Οι διακοπές των Χριστουγέννων θα βρουν κατειλημμένες κάμποσες σχολές κι ακόμη περισσότερα σχολεία.
Τη «λύση» θα προσφέρει η προσπάθεια του δυναμικού πυρήνα της Ν.Δ. να σπάσει τις καταλήψεις μετά τις γιορτές, καταφεύγοντας σε μια επίδειξη πρωτοφανούς παρακρατικής βίας συντονισμένης από τις κατά τόπους νομαρχίες: Τη νύχτα της 8-9 Ιανουαρίου 1991, ο καθηγητής Νίκος Τεμπονέρας δολοφονείται σε σχολικό συγκρότημα της Πάτρας από ομάδα τραμπούκων της ΟΝΝΕΔ, με επικεφαλής τον τοπικό πρόεδρο της οργάνωσης, Γιάννη Καλαμπόκα, που είχαν σπεύσει να «ανακαταλάβουν» το κτίριο πετώντας έξω τους μαθητές.
Το επόμενο τετραήμερο η νεανική εξέγερση κλιμακώνεται, με δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές να συγκρούονται με τα ΜΑΤ στην Πάτρα (9/1) την Αθήνα (10-11.1) και, σε μικρότερο βαθμό, τη Θεσ/νίκη, και τέσσερις ακόμη νεκρούς, όταν βομβίδες δακρυγόνων των ΜΑΤ προκαλούν πυρκαγιά στο κατάστημα του «Κάππα Μαρούση» στα Χαυτεία (10/1/91).
Κάτω από το βάρος των εξελίξεων ο Β. Κοντογιαννόπουλος παραιτείται και ο διάδοχός του, Γιώργος Σουφλιάς, ανακοινώνει την απόσυρση όλων των επίμαχων νομοθετημάτων και την έναρξη διαλόγου για την παιδεία «από μηδενική βάση».
Πηγή:Ιος
1998:
Το 1998 έχουμε το εκπαιδευτικό σύστημα της μεταρρύθμισης Αρσένη.
Δύο θέματα επιχείρησε να προσεγγίσει και να αλλάξει η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του Γ. Αρσένη: το πρώτο ήταν ο τρόπος αξιολόγησης των μαθητών σε συνάρτηση με την εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και το δεύτερο ο τρόπος διορισμού των εκπαιδευτικών, με την κατάργηση της επετηρίδας, αλλά και η επιχειρούμενη -αν και ιδιαιτέρως «διστακτική»- αξιολόγησή τους.
Με την εν λόγω μεταρρύθμιση επανήλθαν οι εξετάσεις και μάλιστα πανελλαδικού τύπου σε 14 μαθήματα στη Β´ και στην Γ´ Λυκείου, ενώ «εισιτήριο» για την εισαγωγή των υποψηφίων του νέου συστήματος στα ΑΕΙ και ΤΕΙ ήταν πλέον μόνο το απολυτήριο του Ενιαίου Λυκείου. Βεβαίως με διάφορες ευνοϊκές ρυθμίσεις του πρώην υπουργού Παιδείας δίδονταν η δυνατότητα στους μαθητές να αξιοποιήσουν τον βαθμό στη Β´ Λυκείου μόνον αν είναι προς όφελός τους (μεγαλύτερος ή ίσος με αυτόν της Γ´ Λυκείου), ενώ καταργήθηκαν οι Γενικές Εξετάσεις στα τέσσερα μαθήματα των δεσμών (οι τελευταίες αντικαταστάθηκαν από πέντε επιστημονικά πεδία). Παράλληλα οι μαθητές μπορούσαν πλέον με βαθμό απολυτηρίου 9,5 να εισάγονται σε σχολές (χαμηλών βάσεων) της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ωστόσο η διεξαγωγή πανελλαδικών εξετάσεων σε 14 μαθήματα, και μάλιστα στις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου, ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων επί υπουργίας Αρσένη ενώ η αποδέσμευση του Λυκείου από την εισαγωγή στα πανεπιστήμια ήταν, σύμφωνα με την εκπαιδευτική κοινότητα και τους μαθητές, πλασματική, αφού ο βαθμός του απολυτηρίου ήταν το μοναδικό κριτήριο για αυτήν.
1998, λοιπόν, μεταρρύθμιση Αρσένη, η οποία ήταν στην ουσία η δεύτερη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση απ’ τη μεταπολίτευση και μετά. Η συγκεκριμένη μεταρρύθμιση καταργούσε τον τύπο του λυκείου που ίσχυε μέχρι τότε (Γενικό Τεχνικό-επαγγελματικό, πολυκλαδικό) και προωθούσε την αντικατάστασή του από το λεγόμενο ενιαίο λύκειο, καθώς και την αλλαγή του τρόπου εισαγωγής στα ΑΕΙ και ΤΕΙ με την κατάργηση του συστήματος των δεσμών, και την αντικατάστασή τους με πανελλαδικές εξετάσεις στις τρεις τάξεις του λυκείου.
Σ’ αυτό το σημείο πρέπει να σταθούμε περισσότερο, γιατί πρέπει να επισημάνουμε το κυνήγι του βαθμού που θα είχαν οι μαθητές απ’ την Α’ λυκείου που με αυτό συνεπάγονταν αύξηση της παραπαιδείας (φροντιστήρια, ιδιαίτερα), αύξηση φυσικά του άγχους, με ότι κακό συνεπάγεται (αυτοκτονίες, παραίτηση του σχολείου), γιατί όταν κάποιος μαθητής ο οποίος έχει προσπαθήσει π.χ. στην Α’ λυκείου και δεν έχει θετικά αποτελέσματα, και στη συνέχεια στη Β’ λυκείου έχει πάλι τα ίδια, τότε είναι πολύ εύκολο να απογοητευτεί και να παρατήσει το σχολείο.
Σ’ όλα αυτά προστίθονταν η κατάργηση των παραπεμπτικών εξετάσεων του Σεπτέμβρη. Γι’ αυτό το θέμα ο Αρσένης είχε δηλώσει κυνικά ότι σε καμιά χώρα της ΕΕ δεν υπάρχουν εξετάσεις τον Σεπτέμβρη.
Φυσικά όλα αυτά τα δεδομένα ξεσηκώσαν τους μαθητές, γιατί οι μαθητές δεν προέκυψαν πρόβατα επί σφαγής όπως θα ήθελε η εξουσία.
Έτσι και το 1998 είχαμε ξανά καταλήψεις στα σχολεία.
Πηγή: Σχολικές Καταλήψεις
2006-2007
Κείμενο του σχήματος ΑΝΑΔΡΑΣΗ Πληροφορικής ΕΚΠΑ:
Tην προηγούμενη χρονιά ζήσαμε την δυναμική επανεμφάνιση του Φοιτητικού Κινήματος, τον Μάη και τον Ιούνη, σίγουρα τους δύο πιο καυτούς μήνες των τελευταίων ετών. Όλες οι σχολές σε όλη την Ελλάδα συνταράχτηκαν από τον χείμαρρο των καταλήψεων και τις συνεχείς μαζικότατες διαδηλώσεις που ανάγκασαν την κυβέρνηση να κάνει την πρώτη υποχώρηση της. Αν αναλογιστούμε μάλιστα ότι απέναντι στην επιθετικότητα της κυβέρνησης της Ν.Δ στον τομέα της εργασίας (κατάργηση 8ώρου, ασφαλιστικό κτλ) και της Παιδείας (νόμοι του 2005 για αξιολόγηση, ΙΔΒΕ, ΔΟΑΤΑΠ στην κατέυθυνση της διαδικασίας της Μπολόνια) δεν μπόρεσε να ορθωθεί μαζικό και νικηφόρο κίνημα αντίστασης, καταλαβαίνουμε την σημαντικότητα της νίκης του φοιτητικού κινήματος που απηχεί σε όλους τους κοινωνικούς αγώνες απέναντι στην νεοφιλελεύθερη πολιτική του συνασπισμού εξουσίας στην Ελλάδα και την Ευρώπη συνολικά. Όλοι οι φοιτητές και φοιτήτριες που αγωνιστήκαμε στις σχολές και στους δρόμους, που συμμετείχαμε στις πρωτόγνωρες διαδικασίες μέσα στις κατειλημμένες σχολές, δώσαμε την υπόσχεση ότι ο αγώνας για να σταματήσουμε στην πράξη την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση – απορρύθμιση και να υπερασπιστούμε το Δημόσιο και Δωρεάν Πανεπιστήμιο θα φτάσει μέχρι το τέλος και στο τέλος βρίσκεται μόνο η νίκη!
Για αυτό είναι σημαντικό να διαφυλάξουμε τα ιδιαίτερα ριζοσπαστικά, δημοκρατικά και κινηματικά χαρακτηριστικά που οδήγησαν στην έκρηξη των φοιτητικών αγώνων, ειδικά μάλιστα όταν οι κυρίαρχες παρατάξεις του δικομματισμού ΔΑΠ, ΠΑΣΠ αλλά και η ΠΚΣ βρίσκονταν απέναντι στο κίνημα. Ως Δίκτυο Αυτόνομων Ριζοσπαστικών Αριστερών Σχημάτων βρεθήκαμε από την αρχή στην πρώτη γραμμή του κινήματος των καταλήψεων απέναντι στην αναθεώρηση του Άρθρου 16 και στις αντιδραστικές αλλαγές στο νόμο πλαίσιο.
Σίγουρα η αμεσότητα της επίθεσης (διαγραφή φοιτητών, κατάργηση δωρεάν συγγραμμάτων, επιβολή διδάκτρων κτλ) αλλά και η ανάδειξη της σύνδεσης της υποβάθμισης του Δημόσιου Πανεπιστημίου με την ίδρυση ιδιωτικών «πανεπιστημίων» και την λειτουργία των σχολών μας με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, μέσω της αναθεώρησης του Άρθρου 16, βοήθησαν στην κινητοποίηση των φοιτητών. Όμως δεν ήταν μόνο αυτά. Κομβικά σημεία για την ανασυγκρότηση του φοιτητικού κινήματος με μαζικούς και ριζοσπαστικούς όρους είναι η συσπείρωση πάνω στα διακυβεύματα, όπως τα θέτει η συγκυρία, η ενότητα στη δράση, η σαφής στοχοθεσία του κινήματος, η αναζήτηση συμμαχιών σε άλλους κοινωνικούς χώρους, και πρώτα και κύρια μέσα στο Πανεπιστήμιο με τη δημιουργία πλατιού πανεκπαιδευτικού μετώπου και η δημοκρατία μέσα στο κίνημα. Σημεία που τα σχήματα του Δικτύου υποστήριζαν εδώ και αρκετό καιρό και τελικά κυριάρχησαν και στο εσωτερικό και άλλων αριστερών δυνάμεων στο Πανεπιστήμιο με αποτέλεσμα τη σύγκλιση των σχηματισμών της ριζοσπαστικής αριστεράς στο Πανεπιστήμιο και την ενότητα στη δράση.
Βέβαια η δημοκρατία μέσα στο κίνημα αντιμετώπισε αρκετά προβλήματα, κυρίως λόγω της γραφειοκρατικής αντίληψης που ηγεμονεύει στην ΕΑΑΚ για το κίνημα, αλλά και λόγω έλλειψης αντίστοιχης πείρας των φοιτητών αφού τόσο μεγάλες κινητοποιήσεις είχαν να πραγματοποιηθούν αρκετά χρόνια. Έτσι, στις σχολές που η ΕΑΑΚ είχε την πολιτική ηγεμονία, τις περισσότερες φορές, η κατάληψη δεν λειτούργησε δημοκρατικά και δεν αποτέλεσε ζωντανή διαδικασία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα στα τοπικά και πανελλαδικά συντονιστικά αντι να μεταφέρονται προτάσεις της κατάληψης, να γίνεται απλώς μια καταγραφή για το πόσους φοιτητικούς ή σπουδαστικούς συλλόγους ήλεγχε η κάθε συνιστώσα της ΕΑΑΚ. Τελικά το συντονιστικό έτεινε να μετατραπεί σε διήμερο ΕΑΑΚ, με τους αρχισυνδικαλιστές τους να διαχειρίζονται το κίνημα ερχόμενοι σε συμφωνίες κορυφής και τελικά καταλήψεις συλλόγων όπως ΕΜΜΕ, ΕΚΠΑ, Παντείου και ΑΣΟΕΕ που λειτουργούσαν δημοκρατικά, δεν είχαν ουσιαστικά καμιά συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων. Βλέποντας κριτικά τις δομές του κινήματος το περασμένο καλοκαίρι και αναγνωρίζοντας οτι το ανένταχτο κομμάτι των φοιτητών του έδωσε μεγάλη δυναμική, προκρίνεται ως λύση η λειτουργία ανοιχτών συντονιστικών επιτροπών κατάληψης μέσα σε κάθε σχολή, όπου με βάση τη σύνθεση των απόψεων θα είναι αρμόδιες για την υλοποίηση της απόφασης της Γ.Σ, τη διαμόρφωση του προγράμματος της κατάληψης και θα αποτελούν ζωντανό πολιτικό χώρο ζύμωσης, ενώ στις ανοιχτές συντονιστικές επιτροπές κατάληψης θα πρέπει να αποφασίζονται οι προτάσεις της κάθε σχολής για το συντονισμό της με τις υπόλοιπες μέσα σε ένα πανελλαδικό ή τοπικό συντονιστικό όπου δεν θα αποφασίζουν οι συνιστώσες των οργανωμένων δυνάμεων αλλά οι ίδιοι οι φοιτητικοί και σπουδαστικοί σύλλογοι. Παράλληλα είναι χρήσιμο να ανοίξει πιο συστηματικά το ζήτημα της ανασυγκρότησης της ΕΦΕΕ (και κυρίως του Πανσπουδαστικού συνεδρίου) και της οργάνωσης του φοιτητικού κινήματος ευρύτερα.
Μετά την έκρηξη του φοιτητικού κινήματος έγινε σαφές το αυτονόητο: ότι κίνημα δεν φτιάχνεται πάνω στο σύνολο της πολιτικής πλατφόρμας κάποιας οργάνωσης αλλά πάνω σε συγκεκριμένα επίδικα που συσπειρώνουν ευρύτερες δυνάμεις και ανένταχτο κόσμο. Μπορούμε να πούμε ότι ο αέρας που φύσηξε κόντρα στη Γαλλία, με το μαζικό νεολαΐστικο κίνημα ενάντια στο «συμβόλαιο πρώτης απασχόλησης» αλλά και η διοργάνωση του 4ου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ στην Ελλάδα, μπόλιασαν το φοιτητικό κίνημα με την αντίληψη της ενιαιομετωπικής δράσης, που προωθούσαμε σαν Δίκτυο στους φοιτητικούς συλλόγους. Χαρακτηριστικό είναι ότι όλες οι καταλήψεις ήταν αποτέλεσμα επικράτησης κοινού πλαισίου που συσπείρωνε τις οργανωμένες δυνάμεις της Αριστεράς και πλήθος ανένταχτου κόσμου. Όσοι επικαλέστηκαν την μοναδική δήθεν υπερεπαναστατική τους αλήθεια και ακολούθησαν διασπαστικές πρακτικές μέσα στους φοιτητικούς συλλόγους, σαμποτάροντας την ενότητα στη δράση, έγινε σαφές ότι επέλεξαν το δρόμο της υποταγής. Ευτυχώς το φοιτητικό κίνημα τους ξεπέρασε και τους πέταξε στο περιθώριο… Σήμερα όμως βλέπουμε την ΠΚΣ να επικαλείται την ενότητα στη δράση, κάτι που ανεξαρτήτως προθέσεων μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα θετικό για το μέλλον των κινητοποιήσεων αλλά και να καταδείξει το αδιέξοδο της σκληρής γραμμής του σεχταρισμού.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό που πρέπει να τονίσουμε είναι η συμπόρευση των φοιτητών με τα ριζοσπαστικά κομμάτια των καθηγητών, έτσι όπως αυτά εκφράζονται μέσα από την ΠΟΣΔΕΠ. Για να νικήσουμε πρέπει να αγωνιστούμε από κοινού με άλλες κοινωνικές δυνάμεις από το χώρο της εργασίας και απο την εκπαιδευτική κοινότητα, προφανώς αυτές οι συμμαχίες περιλαμβάνουν τους πανεπιστημιακούς οι οποίοι αγωνίζονται ενάντια στη νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση και υπερασπιζόμενοι το Δημόσιο και Δωρεάν χαρακτήρα του Πανεπιστημίου. Η ΠΟΣΔΕΠ μπήκε από νωρίς σε τροχιά απεργιακών κινητοποιήσεων, παρά την καταψήφιση των αντίστοιχων προτάσεων από τις δυνάμεις της Ν.Δ και του ΚΚΕ (ΔΗΠΑΚ), που γρήγορα έγιναν απεργίες διαρκείας. Οι απεργίες των καθηγητών σε συνδυασμό με τις δικές μας καταλήψεις έσφιξαν τη θηλειά γύρω από το λαιμό της υπουργού και την εξανάγκασαν σε υποχώρηση. Η λογική του αριστερισμού που θεωρούσε τους καθηγητές «ταξικούς εχθρούς» και τη συστράτευση μαζί τους αδύνατη ηττήθηκε στην πράξη. Ως Δίκτυο θα κάνουμε ότι μπορούμε ώστε ο στρατηγικός μας στόχος για πλατύ πανεκπαιδευτικό μέτωπο να ανοίξει προοπτικές για συνολική πανεκπαιδευτική εξέγερση τη νέα χρονιά. Παράλληλα οφείλουμε να συνεχίσουμε την προσπάθεια σύνδεσης του φοιτητικού κινήματος με τους εργαζόμενους σε όλους τους κλάδους. Οι στάσεις εργασίας και 24ώρες απεργίες της ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ είναι ένα πρώτο βήμα, όμως χρειάζεται πολύ δουλειά ακόμη ώστε να μιλάμε για κοινό μέτωπο παιδείας – εργασίας.
Τελικά το φοιτητικό κίνημα ενάντια στην αναθεώρηση του Άρθρου 16 και τις αντιδραστικές αλλαγές στο νόμο-πλαίσιο μας έδωσε την πρώτη χειροπιαστή νίκη: τη μη κατάθεση του νέου νόμου-πλαίσιο μέσα στο καλοκαίρι. Μας έμαθε ότι οι συλλογικοί αγώνες μπορεί να είναι νικηφόροι και αποτελεσματικοί. Όλον αυτόν τον καιρό που βρισκόμασταν σε κινητοποιήσεις η κυβέρνηση συνέχεια μας καλούσε σε «διάλογο». Έναν «διάλογο» που διεξαγόταν σε κάθε πορεία με ξύλο και δακρυγόνα, βία και καταστολή και έκανε χιλιάδες νέους ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν το συγκρουσιακό περιεχόμενο της δημοκρατίας. Στις μέρες που έρχονται πρέπει όλοι μαζί να δουλέψουμε ώστε να δημιουργήσουμε δομές που θα εγγυώνται πλατιά δημοκρατία μέσα στο κίνημα και να συνεχίσουμε μαζικά, ενωτικά, ριζοσπαστικά των αγώνα για την υπεράσπιση της Δημόσιας και Δωρεάν Παιδείας.
2ος ΓΎΡΟΣ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΩΝ!
Την αρχή της νέας ακαδημαϊκής χρονιάς σημάδεψε ο συγκλονιστικός αγώνας των δασκάλων που μέσω της ΔΟΕ προχώρησαν σε απεργία διαρκείας για 6 εβδομάδες και εβδομαδιαία μαζικά συλλαλητήρια διεκδικώντας αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης και αξιοπρέπεια στην εργασία. Η αδιαλλαξία που έδειξε η κυβέρνηση στον αγώνα των δασκάλων σηματοδοτεί μια πολιτική ευθείας σύγκρουσης με τα συνδικάτα αλλά και με κάθε αγωνιζόμενο κομμάτι της κοινωνίας. Επιδίωξη της Ν.Δ είναι να ξαναχτίσει το τείχος του ατομισμού που έσπασαν οι μεγαλειώδεις φοιτητικές κινητοποιήσεις τον Μάη και τον Ιούνη, να ξαναδημιουργήσει την αντίληψη οτι τίποτα δεν επιτυγχάνεται με συλλογικούς αγώνες και διεκδικήσεις. Δεν θα τις κάνουμε τη χάρη! Το κλίμα αναβρασμού συνολικά στην εκπαίδευση όξυνε η συμμετοχή τις ΟΛΜΕ και της ΠΟΣΔΕΠ στις απεργιακές κινητοποιήσεις, οι μαθητικές καταλήψεις αλλά και οι πρώτες αγωνιστικές αποφάσεις φοιτητικών συλλόγων παρα τα όποια προβλήματα στο συντονισμό των κινητοποιήσεων. Όλη οι εκπαιδευτική κοινότητα μαθητές, φοιτητές, καθηγητές, δάσκαλοι αγωνίζεται γαι την αναβάθμιση της Δημόσιας και Δωρεάν εκπαίδευσης. Με λίγα λόγια η κατάσταση σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης μπορεί να περιγραφεί σαν «μεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση». Όμως η σημαντικότερη εξέλιξη που διαμορφώνει τη συγκυρία είναι η αναβολή της συζήτησης της αναθεώρησης του άρθρου 16. Μπορούμε να πούμε οτι η κυβέρνηση της Ν.Δ έχει βρεί τον καλύτερο σύμμαχο της στη συμπολίτευση του ΠΑΣΟΚ. Η πρόταση του ΠΑΣΟΚ για μετάθεση της συζήτησης, αλλά και η αιτιολογία της οτι δεν πρέπει να συζητηθεί το άρθρο 16 όσο γίνονται κινητοποιήσεις, φανερώνει την πολιτική αλλά και στρατηγική σύγκλιση των δύο κομμάτων. Βέβαια αποδεικνύει το ότι οι συλλογικοί μας αγώνες μπορούν να είναι φόβητρο ακόμα και για τις πιο επιθετικές και αντιδραστικές κυβερνήσεις. Παράλληλα η κατάθεση του νέου νόμου-πλαίσιο παραμένει απειλή για όλους τους φοιτητές, αφού δεν υπάρχει κυβερνητική δέσμευση για το αν και το πότε θα κατατεθεί. Επίσης ο προϋπολογισμός του νέου έτους προβλέπει μείωση των δαπανών για την παιδεία, αναδεικνύοντας την στρατηγική απαξίωσης της Δημόσιας και δωρεάν Εκπαίδευσης.
Πρέπει να κάνουμε σαφές οτι ο αγώνας μας για την υπεράσπιση της Δημόσιας και Δωρεάν Εκπαίδευσης απέναντι στην αντιλαϊκή και αντιεκπαιδευτική κυβερνητική πολιτική θα είναι ένας αγώνας διαρκείας. Ακριβώς γιατί αμφισβητεί τον πυρήνα των νεοφιλελεύθερων επιλογών, δηλαδή την κεντρική πολιτική της αναδιάρθρωσης που έχει στόχο τη μετατροπή της εκπαίδευσης απο κοινωνικό αγαθό σε εμπόρευμα. Ένα νεο χαρακτηριστικό είναι οτι η δύναμη που είναι κύριος εκφραστής αυτής της πολιτικής στο Πανεπιστήμιο, η ΔΑΠ, έκανε την επανεμφάνιση της στις σχολές και στα αμφιθέατρα. Φυσικά στόχος της είναι να αποτρέψει τις κινητοποιήσεις, καταλήψεις, διαδηλώσεις με οποιονδήποτε τρόπο. Κύρια επιχειρηματολογία τους είναι ο «διάλογος» με ανοιχτές σχολές αλλά και η τρομολαγνεία για χαμένα εξάμηνα. Τους απαντάμε οτι εκτός του οτι είναι ανίκανοι να διασφαλίσουν τα στοιχειώδη υλικά συμφέροντα των φοιτητών, η εξεταστική χάθηκε στο ΠΑΜΑΚ που η ΔΑΠ είναι αυτοδύναμη μετά απο δική τους πρόταση, αν ακολουθούσαμε τον δρόμο του «διαλόγου», που πρώτη η κυβέρνηση έχει αποκλείσει, αυτή τη στιγμή τα Πανεπιστήμια θα λειτουργούσαν σαν εντατικοποιημένα κολέγια κάτω από τον νέο νόμο – πλαίσιο ενώ και η αναθεώρηση του άρθρου 16 δεν θα είχε αποφευχθεί.
Είναι ιδιαίτερα θετικό το γεγονός οτι παρά την δικαιολογημένη κούραση και τον φόβο για τις συνέπειες των αγώνων αρκετοί φοιτητικοί σύλλογοι μπαίνουν σε τροχιά κινητοποιήσεων στη κατεύθυνση πλατιών ενωτικών πλαισίων. Βλέπουμε δηλαδή μια μετατόπιση των συσχετισμών προς την κατεύθυνση των αριστερών, κινηματικών δυνάμεων. Χρέος μας είναι πέρα από τον αγώνα ενάντια στην απορρύθμιση να αναδείξουμε και τα αιτήματα εκείνα που προβάλλουν ένα ελεύθερο και δίκαιο πανεπιστήμιο σε μια ελεύθερη και δίκαιη κοινωνία. Τα σχήματα του Δικτύου σε κάθε σχολή μπορούν και πρέπει να εμπλουτίσουν το περιεχόμενο των αγώνων που έρχονται, γιατί τίποτα δεν έχει τελειώσει, γιατί έχουμε την απαίτηση για ένα καλύτερο Δημόσιο και Δωρεάν Πανεπιστήμιο που θα κοινωνικοποιεί τη γνώση και θα απελευθερώνει την κοινωνία.
2008:
Το 2008, πριν τη λήξη του, σημαδεύτηκε από τη δολοφονία του 15χρονου μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Από αστυνομικούς. Στα Εξάρχεια. Στην αρχή ήταν εξοστρακισμός, μετά ήταν σχεδόν “άμυνα”, στο τέλος είπαν αυτό που ξέραμε όλοι: ήταν δολοφονία. Εκείνο το βράδυ μια παρέα μαθητών ήταν στον πεζόδρομο της Μεσολογγίου, πέρασε περιπολικό, τα παιδιά αντέδρασαν, το περιπολικό γυρίζει πίσω, δύο αστυνομικοί πεζοί κατευθύνονται προς τα παιδιά, ο ένας σηκώνει το χέρι του, σημαδεύει και βρίσκει στόχο. Ο ειδικός φρουρός Επαμεινώνδας Κορκονέας και ο αυτόπτης μάρτυρας συνάδελφός του, Σαραλιώτης γυρίζουν πίσω, μπαίνουν στο περιπολικό και απομακρύνονται. Ο Γρηγορόπουλος μεταφέρεται στον Ευαγγελισμό. Είναι νεκρός.
Εκείνο το βράδυ ο τότε Υπουργός Παιδείας Ευριπίδης Στυλιανίδης ενημερώνεται για τη δολοφονία του ανήλικου μαθητή στα… μπουζούκια. Την επομένη πηγαίνει γήπεδο.
Εκείνο το βράδυ το νέο δεν έφτασε στον κόσμο από τα ΜΜΕ, παρά μόνο πολύ αργότερα. Το νέο μεταφέρθηκε από στόμα σε στόμα κι όσοι μπορούσαν έφτασαν στα Εξάρχεια. Ήταν ίσως από τις λίγες φορές που γίνονταν όλοι ένας άνθρωπος: κάθονταν παρέες-παρέες, γνωστοί ή άγνωστοι, σε παγκάκια, στο δρόμο, παντού και κλαίγανε, βρίζανε, μιλούσαν. Μια συγκλονιστική στιγμή, τρεις μικροί μαθητές, γύρω στα 15, κάθισαν στην είσοδο μιας πολυκατοικίας κι ήταν έτοιμοι να φτιάξουν μολότωφ. Σταμάτησαν, όμως, κατέβασαν για λίγο τα κεφάλια τους και άρχισαν να κλαίνε… Από τρία σημεία ξεκίνησε μια μεγάλη επιτόπια πορεία: Στέκι Μεταναστών, πλατεία και Χαριλάου Τρικούπη.
“Νεκρός δεκαπεντάχρονος το μίσος μεγαλώνει”. Στη μέση της πορεία, σπάνε τα μπλόκ με δακρυγόνα. Είναι η πρώτη φάση της καταστολής που θα ακολουθούσε. Γίνεται η κατάληψη της Νομικής, που μετατρέπεται σε κέντρο αγώνα. Ελάχιστοι κατευθύνονται προς το Πολυτεχνείο. Από την Κυριακή και μετά οι δρόμοι ήταν πλημμυρισμένοι από κόσμο, όλων των ηλικιών. Οι μαθητές, όμως, περισσότερο απ’όλους έδιναν το στίγμα. “Εμάς σκοτώσατε ρε! Εμάς”. Η Αθήνα καιγόταν και δεν καιγόταν. Καίγονταν οι κάδοι της για να πάει πάνω το δακρυγόνο, καίγονταν τα οδοφράγματα στους δρόμους της, κάηκε το δέντρο στο Σύνταγμα. “Φέτος δεν έχει Χριστούγεννα. Έχουμε πένθος.”
Τα ΜΜΕ μετέδιδαν πως καιγόταν η Νομική, η Εθνική Βιβλιοθήκη, ό,τι υπήρχε. “Στις τράπεζες λεφτά, στη Νεολαία σφαίρες”. Μέσα στην μάχη της Αθήνας και τόσων άλλων πόλεων, η κυβέρνηση Καραμανλή κάνει “δώρο” στις τράπεζες 28δις ευρώ. Για μερικούς, ήταν η αρχή της σημερινής κρίσης. “Ας σπάνε τις τράπεζες, καλά τους κάνουν”, έλεγε τότε ο κόσμος. Είχαμε νεκρό. “Ήρθε η ώρα για τις δικές μας μέρες”.
Η Νομική ήταν κέντρο αγώνα. Στον πρώτο όροφο είχαν συνέλευση τα συνδικάτα, στον πέμπτο οι φοιτητές, στον τελευταίο οι μαθητές και όλοι που ήμασταν μέσα, ανεβοκατεβαίναμε για να μιλήσουμε σ’εκείνη την σπάνια ευκαιρία να βρεθούμε όλοι μαζί.
Τα βράδια πολλοί έμεναν μέσα. Υπήρχε παντού η αίσθηση ότι θα αλλάζαμε τον κόσμο.
Μόνο το ΚΚΕ και τα αστικά κόμματα δεν το πίστεψαν. “Στο σοσιαλισμό δε θα σπάσει ούτε βιτρίνα”. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας αποστασιοποιήθηκε όσο περισσότερο μπορούσε, έριξε τις ευθύνες στον ΣΥΡΙΖΑ που “χαϊδεύει τ’αφτιά των κουκουλοφόρων” και απομακρύνθηκε, αφού δεν κατάφερε να ελέγξει” από τη εξέγερση που σημάδεψε μια ολόκληρη γενιά.
Ήταν τελικά εξέγερση;
Ναι, ήταν. Όχι επειδή γύρισε τον κόσμο ανάποδα, αυτό δεν το κατάφερε. Ούτε επειδή έφερε την παραίτηση δύο Υπουργών, του υπ.Παιδείας και του Παυλόπουλου, που ήταν υπ. Δημόσιας Τάξης.
Ο Δεκέμβρης ήταν εξέγερση επειδή τότε είχε για πρώτη φορά δοθεί η αίσθηση πως κάτι θα άλλαζε για πάντα. Επειδή, εκτός από αυτό, μια γενιά νέων ζυμώθηκε στην ιδέα αυτής ακριβώς της αλλαγής και ακόμα δεν έχει πάει σπίτι της. Επειδή μιλούσαμε, συζητούσαμε, διαφωνούσαμε, αλλά μάθαμε ότι στο δρόμο, απέναντι στην καταστολή, τη βία και το θάνατο, εμείς θα απλώναμε το χέρι μας να σηκώσουμε αυτόν που είχε πέσει κάτω και δε θ’αφήναμε κανέναν μόνο του. Γιατί τότε μάθαμε πόσο εύκολο είναι να πεθάνει κάποιος.
Πηγή: left.gr
2011:
Ψήφισμα Λαϊκής Συνέλευσης πλατείας Συντάγματος
Εδώ και πολύ καιρό παίρνονται αποφάσεις για εμάς χωρίς εμάς.
Είμαστε εργαζόμενοι, άνεργοι, συνταξιούχοι, νεολαίοι, που έχουμε έρθει στο σύνταγμα για να παλέψουμε και να αγωνιστούμε για τις ζωές μας και το μέλλον μας.
Είμαστε εδώ γιατί γνωρίζουμε ότι οι λύσεις στα προβλήματά μας μπορούν να προέλθουν μόνο από εμάς.
Καλούμε όλους τους Αθηναίους, εργαζόμενους, ανέργους και νεολαία στο Σύνταγμα, και όλη την κοινωνία να γεμίσει τις πλατείες και να πάρει τη ζωή στα χέρια της.
Εκεί στις πλατείες θα συνδιαμορφώσουμε όλα μας τα αιτήματα και τις διεκδικήσεις μας.
Καλούμε όλους τους εργαζόμενους που θα απεργήσουν την επόμενη περίοδο να καταλήγουν και να παραμένουν στο Σύνταγμα.
Δεν θα φύγουμε από τις πλατείες, μέχρι να φύγουνε αυτοί που μας οδήγησαν εδώ: Κυβερνήσεις, Τρόικα,
Τράπεζες, Μνημόνια και όλοι όσοι μας εκμεταλλεύονται. Τους διαμηνύουμε ότι το χρέος δεν είναι δικό μας.
ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΩΡΑ!
ΙΣΟΤΗΤΑ – ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ – ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ!
Ο μόνος αγώνας που χάνεται είναι αυτός που δεν δόθηκε ποτέ!