Στις 21 Μαρτίου του 1960, φοιτητές και φοιτήτριες στην πόλη Σάρπβιλ της Νοτίου Αφρικής πραγματοποιούσαν ειρηνική διαμαρτυρία για το καθεστώς του Απαρτχάιντ, το οποίο προωθούσε την ανωτερότητα της λευκής φυλής και επέβαλλε δυσμενείς διακρίσεις σε βάρος των υπόλοιπων, διαχωρίζοντας τους ανθρώπους με βάση το χρώμα του δέρματος. Η αστυνομία άνοιξε πυρ εναντίον του πλήθους, με αποτέλεσμα τον θάνατο εβδομήντα διαδηλωτών. Σε μνήμη των γεγονότων αυτών, ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών ανακήρυξε, το 1966, την 21η Μαρτίου σε Παγκόσμια Ημέρα κατά του Ρατσισμού.
Σχεδόν έξι δεκαετίες αργότερα, οι ρατσιστικές και φασιστικές φωνές πληθαίνουν σε όλη την Ευρώπη, βρίσκοντας μάλιστα έρεισμα σε ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις. Στη Γαλλία, την Ιταλία, αλλά και στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, κόμματα με αναφορά σε ξενοφοβικές και μισαλλόδοξες θέσεις κερδίζουν συνεχώς έδαφος. Παράλληλα, στην Ελλάδα, η Χρυσή Αυγή και άλλες εγκληματικές ομάδες του ακροδεξιού χώρου έχουν αναπτύξει έντονη δραστηριότητα, με επιθέσεις σε μετανάστες και πρόσφυγες, με βανδαλισμούς ελεύθερων κοινωνικών χώρων και με διασπορά εθνικιστικών απόψεων στον δημόσιο διάλογο. Η αυστηρή καταδίκη της Χρυσής Αυγής θα επιφέρει καίριο πλήγμα στους φασίστες, στερώντας τους την όποια πολιτική και κοινωνική νομιμοποίηση.
Σήμερα, μέσα στην παραπάνω συγκυρία, παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο το ουσιαστικό μήνυμα της 21ης Μαρτίου, δηλαδή η αναγκαιότητα του αγώνα για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων και των κάθε είδους ρατσιστικών αντιλήψεων. Η ισότητα όλων των κοινωνικών ομάδων, ανεξαρτήτως εθνικότητας, χρώματος, θρησκείας, ταυτότητας και έκφρασης του φύλου, ηλικίας, αναπηρίας ή οποιουδήποτε άλλου κριτηρίου, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την οικοδόμηση μιας δημοκρατικής και ελεύθερης κοινωνίας.
Είναι χρέος όλων μας, και ιδιαίτερα των νέων ανθρώπων, να αγωνιστούμε, για να νικήσει η αλληλεγγύη τον σκοταδισμό και το μίσος, απέναντι σε όλους εκείνους που ονειρεύονται την επιστροφή στο Μεσαίωνα.
Το Γραφείο Τύπου
21/3/2018